Τα αδέρφια αγαπιούνται;
Από την Ιουλία Κατσαΐτη*
Οι αδελφικές σχέσεις είναι αναμφισβήτητα σχέσεις ζωής. Είναι σχέσεις πολύ στενές, κυριολεκτικά και συμβολικά. Είναι σχέσεις γεμάτες αγάπη. Ταυτόχρονα είναι σχέσεις που πολύ συχνά χαρακτηρίζονται από ανταγωνισμό και αμφιθυμικά, αντιφατικά δηλαδή μεταξύ τους, συναισθήματα. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, τα παιδιά διεκδικούν έντονα την αγάπη και την αποκλειστικότητα των γονέων τους. Έτσι είναι αρκετά σύνηθες και ως ένα βαθμό φυσιολογικό να ανταγωνίζονται το ένα το άλλο και να είναι επιθετικά μεταξύ τους. Η στενή και έντονη συναισθηματική σχέση που συνδέει τα αδέρφια δεν έχει να κάνει μονάχα με το γεγονός πως προέρχονται από τους ίδιους γονείς και μοιράζονται το ίδιο αίμα. Η σχέση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι ο ένας κάνει προβολές του ίδιου του εαυτού του επάνω στον άλλον.
Ο ανταγωνισμός ξεκινά από την πρώτη συνάντηση μεταξύ αδερφών. Ο μεγαλύτερος αδερφός, που έχει μάθει να μονοπωλεί το ενδιαφέρον, την αγάπη και τον χρόνο των γονέων, καλείται τώρα να «εκθρονιστεί» και να δεχτεί την παρουσία ενός νέου μέλους. Ένα μέλος με το οποίο θα πρέπει να μοιράζεται όσα ως τώρα είχε αποκλειστικά δικά του. Από την άλλη πλευρά, το αδερφάκι που έρχεται δεύτερο έχει πάντα να συγκριθεί με το πρωτότοκο, στου οποίου τη σκιά καλείται να ζήσει σε κάποιες περιπτώσεις. Έτσι το συναίσθημα αγάπης που μοιράζονται τα αδέρφια μεταξύ τους, μπορεί συχνά να επισκιάζεται από το συναίσθημα της ζήλιας, συναίσθημα που μέχρι ένα σημείο είναι αναμενόμενο.
Είναι λίγο πιο ιδιαίτερη η αδελφική σχέση όταν ένα από τα αδέρφια έχει κάποια διαταραχή, και πιο συγκεκριμένα ΔΕΠ-Υ. Οι γονείς αναγκαστικά δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στο παιδί που έχει ΔΕΠ-Υ, λόγω της αυξημένης του ανάγκης για προστασία και γονεϊκή επίβλεψη. Έτσι, δεν αποκλείται ο αδερφός/η αδερφή του να νιώσει παραμελημένος/η και να εκφράσει θυμό ή επιθετικότητα προς τα μέλη της οικογένειάς του. Από την άλλη μεριά, βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου το αδερφάκι νιώθει πως έχει κι αυτό ευθύνη, όπως και οι γονείς του, απέναντι στο μέλος της οικογένειάς τους που έχει αυτή τη διαταραχή. Τότε το παιδί μπορεί να αναλάβει τον ρόλο του προστάτη ή να ταυτιστεί με τον ρόλο του γονέα, προκειμένου να σταθεί αντάξιο των αναγκών του παιδιού με ΔΕΠ-Υ.
Σε όλες τις περιπτώσεις αδερφικών σχέσεων, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μέχρι ένα σημείο ο ανταγωνισμός, η ζήλια και η διεκδίκηση της αγάπης και του ενδιαφέροντος των γονέων είναι κάτι φυσιολογικό και αναμενόμενο. Από εκεί και πέρα εναπόκειται και στους γονείς, το κατά πόσο συνειδητοποιούν και κρατούν τις απαραίτητες ισορροπίες ανάμεσα στα παιδιά τους, ούτως ώστε να μην συνεχιστούν αυτά τα συναισθήματα στην ενήλικη ζωή και να μην οδηγήσουν στην απομόνωση μεταξυ των αδελφών.
* Η Ιουλία Κατσαΐτη είναι ψυχολόγος, απόφοιτος Παντείου Πανεπιστήμιου. Έκανε πρακτική στο Κέντρο Πρόληψης και Αντιμετώπισης της Εξάρτησης «Σταθμός», ενώ εργάστηκε εθελοντικά ως εκπαιδευόμενη στην Εταιρεία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Ψυχικής Υγείας. Επικεντρώνεται στην ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία ενηλίκων, ωστόσο έχει κάνει ερευνητική πτυχιακή εργασία πάνω στις λεπτές μορφές συναισθηματικής βίας εις βάρος των παιδιών στα πλαίσια της διαπαιδαγώγησής τους, με βάση τη διάσταση του φύλου. Έχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ψυχολόγου. Παρακολουθεί εκπαιδεύσεις στην ψυχανάλυση, την κλινική ψυχολογία και την παιδοψυχολογία, ενώ ταυτόχρονα είναι επιστημονική επιμελήτρια της σειράς βιβλίων ψυχολογίας που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Ι. Σιδέρης». Είναι αρθογράφος στα site Singleparent.gr και i-paidi.gr και εργάζεται ως μέλος του διδακτικού προσωπικού στο προπτυχιακό τμήμα Ψυχολογίας του «Aegean Omiros College», καθώς και στα εξ’ αποστάσεως προγράμματα του τομέα ψυχολογίας.